«Τ’
ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού
η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ’ ασφοδίλια
το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεββάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου
χρυσά• τ’ άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν.
η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ’ ασφοδίλια
το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεββάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου
χρυσά• τ’ άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν.
Κράτησα
τη ζωή μου,
κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας
ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξυάς,
καμμιά φωτιά στην κορυφή τους• βραδυάζει...»
κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας
ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξυάς,
καμμιά φωτιά στην κορυφή τους• βραδυάζει...»
1961, Ηχητικό μέρος
( ποίηση Γ.Σεφέρη, Μουσική: Μ.Θεοδωράκη,
Ερμηνεία: Γρ. Μπιθικώτση )
Ο Γιώργος Σεφεριάδης/ Σεφέρης, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου 1900 στα Βουρλά της Σμύρνης και
απεβίωσε στις 20 Σεπτεμβρίου 1971. Η κηδεία του εξελίχθηκε σε
διαδήλωση κατά της χούντας. Την
ποιητική του κλίση την έδειξε ήδη από τα 14, η δε οικογένειά του
μετανάστευσε στην Ελλάδα πριν την εκστρατεία και τη Μικρασιατική
καταστροφή. Αποφοίτησε από το Πρότυπο Κλασσικό Γυμνάσιο Αθηνών.Σπούδασε νομικά
και λογοτεχνία στο Παρίσι . Όταν επέστρεψε στην Αθήνα το 1927 διορίστηκε
ακόλουθος Πρεσβείας .
Ξεκίνησε τις δημοσιεύσεις του ως
Γ.Σεφεριάδης (1928), στη Νέα Εστία, όμως το Μάϊο του 1931 εκδόθηκε η «Στροφή»
με το αλλαγμένο πλέον όνομά του σε Γ.Σεφέρης. Λόγω της διπλωματικής του καριέρας
ταξίδευε συνεχώς, ενώ παράλληλα έγραφε και δημοσίευε. Ο πατέρας του, δικηγόρος
στο Παρίσι, εκλέχθηκε πρύτανης του πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας
Αθηνών.
Στις 22 Απριλίου 1941 λόγω της Γερμανικής
κατοχής έφυγε για την Αίγυπτο. Παρά την Ευρωπαϊκή παιδεία, η ποιητική και
λογοτεχνική του κατάθεση είναι βαθιά ελληνική εμπνεόμενη κυρίως από τη
Μικρασιατική καταστροφή.
Η
διεθνής φήμη που απέκτησε μετά την βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (10.12.1963)
τον κατέταξε ανάμεσα στους παγκοσμίως αναγνωρισμένους λογοτέχνες/ ποιητές (ακολούθησε
ο Οδ. Ελύτης το 1979). Όταν στις 28
Μαρτίου 1969 μίλησε δημόσια κατά της χούντας, του αφαιρέθηκε ο τίτλος του
πρέσβη επί τιμή αλλά το ανάστημά του δεν μπορούσε πλέον να βλαφτεί.
Η
ποίησή του, αν και φαινομενικά μελαγχολική ή απαισιόδοξη, φέρει και αναλαμπές
αισιοδοξίας . Σίγουρα είναι υπαινικτική και συμβολική, καταδεικνύει όμως σαφώς
τη συνάντηση της αρχαίας και νεότερης παράδοσης, τη μοίρα του ελληνισμού, την
αποδημία, το διωγμό, τη μετανάστευση με το σύγχρονο δυτικό πολιτισμό.
Μερικές
από τις ποιητικές του συλλογές είναι οι:
Στροφή, Εστία, Αθήνα 1931,
Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο, Εστία, Αθήνα 1931,
Η Στέρνα, Εστία, Αθήνα 1932,
Μυθιστόρημα, Κασταλία, Αθήνα 1935,
Γυμνοπαιδία, ανάτυπο από Τα
Νέα Γράμματα, Αθήνα 1936,
Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937),
Ημερολόγιο καταστρώματος Α΄, τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940,
Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, ιδιωτική έκδοση, Αλεξάνδρεια 1944,
Ημερολόγιο
καταστρώματος Β΄, Ίκαρος, Αθήνα 1945,
Τελευταίος σταθμός, ανάτυπο από Το
Τετράδιο, 1947,
Κίχλη, Ίκαρος, Αθήνα 1947,
Ημερολόγιο
καταστρώματος Γ΄ (με τον τίτλο Κύπρον,
οὗ
μ’ἐθέσπισεν), Ίκαρος, Αθήνα 1955,
Επί Ασπαλάθων…, “Le Μonde”, Αθήνα 1971 (μεταθανάτια έκδοση), ενώ έγραψε
και δύο ( 2 ) Μυθιστορήματα καθώς και Δοκίμια .Τέλος οι μεταφράσεις του ειδικά
στον Ελιοτ, θεωρούνται μοναδικές .
Η ομιλία του Γ.Σεφέρη στις 10.12.1963 στη
Στοκχόλμη κατά τη λήψη του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας τελείωνε με τα εξής
λόγια:
«Σ΄ αυτόν τον κόσμο, που ολοένα
στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν΄
αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται. Όταν, στο δρόμο της
Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η
απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε
πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα
»